Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ασφάλιση Σερβιτόρων με σταθερές αποδοχές

Ασφάλιση Σερβιτόρων με σταθερές αποδοχές

Υπό ποιες προϋποθέσεις καθίσταται δυνατή η ασφάλιση σερβιτόρων, μπάρμαν κλπ βάσει σταθερών αποδοχών

Πέτρος Γ. Ραπανάκης
Σύμβουλος επιχειρήσεων σε θέματα εργατικής νομοθεσίας & ανθρώπινου δυναμικού. Αρθρογράφος, Συγγραφέας

Ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, μεταξύ των οποίων είναι οι σερβιτόροι, οι μπάρμαν, οι βοηθοί σερβιτόρων και οι βοηθοί μπάρμαν, επειδή αμείβονται είτε εξ’ ολοκλήρου είτε εν μέρει με ποσοστά, φιλοδωρήματα, προμήθειες κ.λ.π. κατατάσσονται, με απόφαση του Δ.Σ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, σε κλάσεις ημερησίων μισθών βάσει του μέσου όρου των τεκμαιρομένων μηνιαίων αποδοχών τους, σύμφωνα με τις οποίες (κλάσεις) και ασφαλίζονται. Επισημαίνεται όμως ότι σύμφωνα με το Άρθρο18,παρ.5 και 6 του Κανονισμού Ασφάλισης του ΙΚΑ,, καθώς και τις Εγκυκλίους ΙΚΑ 11/6.2.2012 και 10/13.2.2013, ο τρόπος ασφάλισης των μισθωτών που αναφέρονται στον πίνακα κατάταξης των αμειβόμενων με κυμαινόμενες αποδοχές δεν ισχύει για τους αμειβόμενους αποκλειστικά και μόνο με σταθερές αποδοχές, οι οποίες όμως δεν πρέπει να είναι κατώτερες των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (Γενική και Ειδικές).

Ειδικότερα, η ασφάλιση των μισθωτών αυτών (σερβιτόρων, μπάρμαν κλπ), είναι δυνατόν να γίνει έχοντας ως βάση τις σταθερές αποδοχές τους, υπό τις εξής προϋποθέσεις :

  • Εφ’ όσον αμείβονται αποκλειστικά και μόνο με σταθερές αποδοχές (δεν αμείβονται δηλαδή βάσει ποσοστών και δεν λαμβάνουν φιλοδωρήματα), που όμως δεν πρέπει να είναι κατώτερες των ΣΣΕ (Γενική και Ειδικές). Με δεδομένο ότι δεν είναι σε ισχύ η ΣΣΕ του προσωπικού των Επισιτιστικών Καταστημάτων, οι σταθερές αποδοχές των μισθωτών αυτών δεν πρέπει εν προκειμένω να είναι κατώτερες του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου του Ν. 4093/2012.
  • Υφίσταται καθολική εφαρμογή του μέτρου της αμοιβής αποκλειστικά και μόνο βάσει των σταθερών αποδοχών τους για το σύνολο των εργαζομένων αυτών
  • Υφίσταται σχετικός όρος στην ατομική σύμβαση εργασίας ως προϊόν συμφωνίας των συμβαλλομένων μερών (εργοδότη και εργαζόμενου) όπου και αποτυπώνονται με σαφήνεια οι ανωτέρω προϋποθέσεις.

Επίσης οι εν λόγω μισθωτοί ασφαλίζονται βάσει των σταθερών αποδοχών τους και στην περίπτωση που αμείβονται με σταθερές αποδοχές & ποσοστά, φιλοδωρήματα κ.λ.π. και οι σταθερές αποδοχές υπερβαίνουν τις τεκμαρτές της κλάσης κατάταξής τους (άρθρο 18 παρ. 6 του Κ.Α. ΙΚΑ- ΕΤΑΜ).

Πρέπει να προσεχθεί πάντως πως αρμοδιότητα κρίσης για τον τρόπο ασφάλισης των ανωτέρω εργαζομένων (βάσει τεκμαρτών ημερομισθίων ή όχι) καθώς τα κριτήρια αυτών, έχει το κατά τόπο Υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. (άρθρο 119 Κ.Α. Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.) αφού ερευνηθούν οι πραγματικές συνθήκες απασχόλησης κάθε εργαζομένου. Στο πλαίσιο αυτό, όσες επιχειρήσεις επιλέγουν να ασφαλίζουν τις εν λόγω κατηγορίες εργαζομένων με βάση τις σταθερές αποδοχές τους, τηρώντας προς τούτο τις ανωτέρω αναφερόμενες αναγκαίες προϋποθέσεις, φρόνιμο είναι να γνωστοποιούν εγγράφως το σχετικό γεγονός στο οικείο υποκατάστημα του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Ερμηνευτικά αναφέρεται ότι στην περίπτωση που ο εργοδότης τηρεί προσηκόντως τα οφειλόμενα από το νόμο στοιχεία και εκπληρώνει γενικώς τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σχετικώς με την ασφάλιση του προσωπικού που απασχολεί, τα ελεγκτικά όργανα του ΙΚΑ φέρουν πλήρως το βάρος της απόδειξης ότι τα ασφαλιστικά δεδομένα που προκύπτουν από τα στοιχεία που τηρούνται από τον εργοδότη είναι εικονικά. Αντιθέτως, αν ο εργοδότης δεν τηρεί τα στοιχεία ή αθετεί τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται από τις πιο πάνω διατάξεις, σχετικώς με την απόδειξη του αριθμού των προσώπων που υπάγονται στην ασφάλιση, του είδους και του χρόνου απασχόλησης και του ύψους των αποδοχών, από την παράνομη δε αυτή συμπεριφορά του καθίσταται δυσχερής η εξακρίβωση των υπαγόμενων στην ασφάλιση του ΙΚΑ προσώπων ή των καταβλητέων ασφαλιστικών εισφορών, τα αρμόδια όργανα του ΙΚΑ μπορούν να προσδιορίζουν τις καταβλητέες εισφορές με βάση όποια στοιχεία διαθέτουν για τη συγκεκριμένη ασφαλιστική σχέση, με κάθε ενδεδειγμένο τρόπο και με κάθε κατά την κρίση τους μέσο, ενώ τα ίδια ισχύουν και για τα διοικητικά δικαστήρια που επιλαμβάνονται, εν συνεχεία, της διαφοράς.

Για την περίπτωση σερβιτόρων, μπάρμαν κλπ που αμείβονται με ποσοστά, στο αντίστοιχο πεδίο του μισθού συμπληρώνεται το κατώτατο ημερομίσθιο ΕΓΣΣΕ ή ο κατώτατος νομοθετημένος μισθός (κατά περίπτωση και ανάλογα με τις προϋποθέσεις κάθε εργαζόμενου), και στις παρατηρήσεις αναγράφεται ότι ο εργαζόμενος αμείβεται με το αντίστοιχο ποσοστό. Επισημαίνεται πάντως πως ο τρόπος αμοιβής των σερβιτόρων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 54, του Ν.2224/1994 είναι υποχρεωτικός, και σε περίπτωση που έχει προβλεφθεί με ατομική σύμβαση εργασίας διαφορετικός τρόπος αμοιβής όπως για παράδειγμα με ημερομίσθιο, θα πρέπει να συγκρίνεται το ημερομίσθιο αυτό με το ποσό που θα ελάμβανε ο σερβιτόρος βάσει ποσοστών, το οποίο, δεν μπορεί να υπολείπεται του νόμιμου νομοθετημένου κατωτάτου ημερομισθίου του Ν. 4093/2012.

Πιο συγκεκριμένα με το εν λόγω διάταξη (του άρθρου 54, του Ν.2224/1994),η αμοιβή που δίδεται στους σερβιτόρους :

  • των εστιατορίων, ταβερνών, κέντρων διασκεδάσεως κλπ. καθορίζεται σε ποσοστό 13% στο λογαριασμό των πελατών από το οποίο το μεν 10% δίδεται στους σερβιτόρους, το δε 3% στους βοηθούς τους, εφόσον υπάρχουν βοηθοί. Αν δεν υπάρχουν βοηθοί η αμοιβή καθορίζεται σε ποσοστό 11%
  • των καφενείων, ζαχαροπλαστείων, γαλακτοπωλείων, μπαρ, ουζερί, αναψυκτηρίων, καφεζυθo- ζαχαροπλαστείων, κυλικείων καθορίζεται σε ποσοστό 16%

και υπολογίζεται στο λογαριασμό των πελατών για τα είδη που κατανάλωσαν, χωρίς τις επιβαρύνσεις από φόρους και τέλη, που αποδίδονται στο Δημόσιο ή ΟΤΑ.__

Τελευταία τροποποίηση στις %AM, %17 %265 %2016 %08:%Μαϊ
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)